Του Κυριάκου Κολοβού
Είναι εμφανής η προσπάθεια κάποιων, στις συζητήσεις που
αφορούν στο Κυπριακό, να μεταθέσουν το κέντρο βάρους στον
ψυχολογικό τομέα, εκβιάζοντας συνειδητά με ωμό και κυνικό τρόπο. Προσπαθούν να «πείσουν» εμάς,
τους δέκτες των μηνυμάτων τους, που εκ των προτέρων έχουν χωρισμένους σε «απορριπτικούς»
και σε «οπαδούς της λύσης», με μεγαλοστομίες, πομφόλυγες, έπεα πτερόεντα και
λόγια κενά περιεχομένου. Επιστρατεύουν την εντυπωσιοθηρία και την διέγερση
συναισθημάτων, θετικών και αρνητικών, προτάσσοντας τον μπαμπούλα της διχοτόμησης,
της «τελευταίας ευκαιρίας» και της «δαμόκλειας σπάθης».
Πραγματικά, ο κάθε Κύπριος πατριώτης δεν περίμενε όλον αυτόν
τον «συρφετό της λύσης» για να αναγνωρίσει και να διακρίνει κατά πόσον τα
πράγματα βαίνουν ή όχι καλώς. Η υπερπροσπάθεια των θεωρητικών του συνθήματος «λύση
εδώ και τώρα» με το όποιο αντάλλαγμα, χωρίς τις βάσεις που θα επιτρέψουν στον λαό
να αισιοδοξεί για την επόμενη μέρα, οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς.
Λες και περιμέναμε τον οπαδό που ξεπηδάει μέσα από τις πλατφόρμες
να μας υποδείξει, θεωρητικολογώντας πάντα, ποια είναι η σωστή λύση για το
πρόβλημα του τόπου. Λες και δεν έχουμε κρίση εμείς οι υπόλοιποι να διαγνώσουμε
το προσκήνιο, το παρασκήνιο, το ντόπιο και διεθνές περιβάλλον. Θέλουν να μας διδάξουν
επαναπροσέγγιση, που είτε θεωρητικά την γνωρίζουν, είτε την άκουσαν σε κάποιο
κομματικό σεμινάριο. Θέλουν να μας «διδάξουν» την αγάπη προς την πατρίδα.
Θέλουν να μας εμβολιάσουν τα δικά τους θέλω. Θέλουν να μας πείσουν ότι τα «σαράντα
χρόνια είναι πολλά». Θέλουν και επιθυμούν, αλλά δεν έχουν σκεφτεί, όσα
όψιμα έχουν μάθει, ότι κάποιοι άλλοι τα έκαναν πολύ πιο νωρίς. Ίσως δεν σκέφτηκαν
ότι αυτοί, που κατηγορούν ως «απορριπτικούς», έκαναν πολύ περισσότερα από τους κατ’
ισχυρισμόν «οπαδούς της λύσης». Πιθανόν, να μην διανοούνται ότι ακόμη κι αν η
πατρίδα βρίσκεται υπό κατοχή υπάρχουν μορφές αντίστασης που μπορούν να αναπτυχθούν.
Είχα την τύχη να δουλέψω, να συνεργαστώ και να συγχρωτιστώ
με Τουρκοκύπριους από το 1992. Τότε που η συναναστροφή όχι μόνον ήταν ταμπού
αλλά για πολλούς από τους όψιμους «οπαδούς της λύσης» ήταν αδιανόητη. Η
καλοκαιρινή ενασχόληση την περίοδο των διακοπών, σε εργοληπτικές εταιρείες που
εργοδοτούσαν Τουρκοκύπριους (το 1992) μας έφερε στο ίδιο επαγγελματικό
περιβάλλον. Εκεί μιλήσαμε, γελάσαμε, φάγαμε μαζί, ήπιαμε και διασκεδάσαμε. Άνθρωπος
προς άνθρωπο χωρίς διάκριση εθνοτικής καταγωγής. Έσπασαν τα στεγανά: Έφαγαν
χοιρινό και ήπιαν κονιάκ, κάτι που απαγορευόταν, τουλάχιστον, επιφανειακά. Μας έφεραν
φωτογραφίες από την κατεχόμενη γη μας. Έκλαψαν οι μεγαλύτεροι, για τα σχεδόν 20
χρόνια μακριά από το σπίτι που γεννήθηκαν. Έκλαψαν που μπορούσαν μέσω της φωτογραφίας
να ταξιδέψουν στο σκολειό που έμαθαν γράμματα, στην εκκλησιά που βαφτίστηκαν,
στο κοιμητήριο που ήταν θαμμένοι οι πρόγονοί τους. Έκλαψαν αυτοί, κλάψαμε κι εμείς
διότι το μπόλιασμα ήταν γερό και η αγάπη για την πατρώα γη στέρεη, έστω κι αν
δεν την είχαμε ποτέ περιδιαβεί.
Εκεί μάθαμε για τα τατουάζ στα χέρια. Γιατί σ’ αυτά
αναγράφονταν διάφορες ημερομηνίες. Ακούσαμε για τα λάθη του παρελθόντος που
οδήγησαν στο μίσος. Για τις μυστικές εκπαιδεύσεις στον Πενταδάκτυλο και τα εκβιαστικά
μέσα που χρησιμοποιούσαν οι αξιωματικοί. Και όλ’ αυτά έκλειναν εκεί, στο
οδόφραγμα. Στα ξεραμένα περιβόλια των Στροβιλιών που άφηνες τον συνάδελφο
Τουρκοκύπριο υπό τη σκιά των σημαιών της κατοχής και της ντροπής. Με πόνο ψυχής
ο Ρατίπ διάβαινε το οδόφραγμα μη θέλοντας να επιστρέψει, βρίζοντας τον Ντενκτάς
και το συνάφι του. Ήθελε τόλμη να βρίσεις το καθεστώς όταν παντού υπήρχαν
άνθρωποί του. Αυτή η τριετία, της από κοινού δραστηριότητας, απέδειξε ότι δεν
είχαμε να χωρίσουμε κάτι με τον Μουσταφά, τον Σαλίχ και τον Απτουλά. Είχαμε όμως
να χωρίσουμε με την Τουρκία που ήταν και είναι βραχνάς και για τους ίδιους.
Την επόμενη δεκαετία άνοιξαν τα οδοφράγματα και επετράπη
μερικώς η διακίνηση. Ανάμεσα στους χαρακτηρισμούς, και το ηθικόν της πράξης, η
απόφαση ειλημμένη. Από την στιγμή που το άτομο δεν αναγνωρίζει «κράτος», το
διαβατήριο δεν σφραγίζεται και η «ελεύθερη διακίνηση» πιστοποιείται σε μια
κόλλα Α5 που την πετάς καθοδόν τότε δεν υπάρχει νομικό κώλυμα. Το ηθικό μέρος
ήταν κάτι άλλο. Ήταν ανήθικη πράξη το άνοιγμα, η λειτουργία εκκλησιών και η
ανόρθωση των διαλυμένων σταυρών των κοιμητηρίων; Ήταν ανήθικο να μεταβεί
κάποιος στην Καρπασία να δεις τους εγκλωβισμένους;
Γυμνάσιο Ριζοκαρπάσου
Ανάμεσα σ’ αυτά τα ερωτήματα συναντηθήκαμε με τον Εστεμίρ
και τον Βετάτ. Βοήθησαν κι αυτοί στο άνοιγμα του ναού και στην επαναλειτουργία
του. Με τον πατέρα Αντώνη αρχικά, και τον δεσπότη στη συνέχεια. Ποιος μπορεί να
σταματήσει αυτή την επιθυμία; Και οι ψευδοαστυνομικοί να αυξάνονται χρόνο με
τον χρόνο. Ανάλογη της αύξησης των εκκλησιαζόμενων είναι η αύξηση των
πρακτόρων. Λειτουργώντας στην ψυχολογία του κόσμου προκειμένου να τον
εκφοβίσουν να μην ξαναπάει. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει απ’ αυτά.
Άγιος Προκόπιος
Σύγκρασις
Περνώντας από την Λύση, στο καφενείο, ο παλιός γνώριμος της περασμένης
δεκαετίας. Μας πληροφορεί για τον θάνατο του Ντερβίς. Του ανθρώπου που γνώριζε
άπταιστα την ελληνική. Προχωρούμε προς τη Μόρφου. Μακρινές οι αποστάσεις. Στον
Άγιο-Μάμα και μετά στο Καλό Χωριό. Μετά στον Κορμακίτη, στην Καρπάσια, στα
Λιβερά. Συναντιόμαστε με Μαρωνίτες και πίνουμε καφέ. Συνεχίζουμε για την
Κερύνεια. Θα δούμε την Αγγελική, που έμεινε μετά το 1974, και θα πάμε στην εκκλησία του Αγίου-Γεωργίου
που την προσέχει, ταγμένη γι’ αυτό τον σκοπό. Θα φτάσουμε στην Χάρτζια, στον
Άγιο Αμβρόσιο. Βρίσκουμε τον Οσμάν που θέλει να επιστρέψει στην Πελαθούσα. «Να
πάω εγώ εκεί και σεις να ’ρθείτε στο σπίτι σας». Αυτό θέλουμε Οσμάν. Ποιος, όμως,
το απαγορεύει;
Ναός Αγίου Γεωργίου
Κερύνειας
Θα ανεβούμε στον κατασκηνωτικό χώρο της Χαλεύκας. Από
πάνω να δεσπόζει ο Γιαϊλάς και στον μακρινό ορίζοντα, στη θάλασσα, ο Κατσόσιυρος.
Θα κατεβούμε στο Αρμενομονάστηρο και θα ζήσουμε τον αποτροπιασμό. Εκεί που
γινόταν η μεγάλη πανήγυρις, τώρα, υπάρχει βουβαμάρα απότοκο της βαρβαρότητα. Θα
περάσουμε από την Κυθρέα, από τα μεγάλα στρατόπεδα και τους «εγγυητές» της ασφάλειας.
Πηγαίνοντας για το Ριζοκάρπασο θα σταματήσουμε στην Αγια-Τριάδα. Μιλούμε με τον
Σαββή και εισπράττουμε την ανησυχία… Στο Ριζοκάρπασο τα πράγματα είναι πιο
υποφερτά. Άνοιξε το σχολείο, τα παιδιά μπορούν να μείνουν και δεν θα
υποχρεωθούν να πάνε στις ελεύθερες περιοχές να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Στο Αρμένικο Μοναστήρι
Το ερώτημα επανέρχεται: Ποιος είσαι συ που θα με πεις
απορριπτικό; Θα αυτοανακηρυχθείς σε οπαδό μιας οποιασδήποτε λύσης, θα συστήσεις
πλατφόρμες για το επάναγκές της χωρίς να γνωρίζεις πού βαδίζεις; Ωραίο το
σύνθημα της «επανένωσης». Με ποιους όρους; Ακούγεται ωραία το σύνθημα «θέλουμε
λύση χτες». Με ποιο, όμως, περιεχόμενο; Μίλησες με τον Ρατίπ, τον Οσμάν, τον
Σαλίχ, τον Σαββή και την Αγγελική που διαμένουν στην κατεχόμενη γη να σου πουν τις
ανησυχίες τους; Η άρση της κατοχής δεν επιτυγχάνεται με τις θεωρίες των «οπαδών
της λύσης». Πρώτα χρειάζεται αντίσταση, μετά εμπέδωση και στο τέλος λύση.
Κοιμητήριο
Λευκονοίκου
Πού ήσουνα «θεωρητικέ της λύσης» όταν γίνονταν οι
προσπάθειες επαναλειτουργίας του Γυμνασίου στο Ριζοκάρπασο; Πού ήσουνα όταν τα
παιδιά ήθελαν δάσκαλο να τα διδάξει και βιβλία που τους απαγόρευε το κατοχικό
καθεστώς; Πού ήσουνα όταν αποφασιζόταν αναστήλωση του κοιμητηρίου του Λευκονοίκου;
Πού ήσουνα όταν τελούνταν η λειτουργία στον Άγιο-Προκόπιο στη Σύγκραση; Επειδή
ο λαός σοφά υποδεικνύει πως «με τα λόγια φτιάχνω ανώγεια και κατώγια» καλό
είναι οι θεωρητικοί, οι αυταναγορευθέντες σε «οπαδούς της λύσης» να
προβληματιστούν προτού ξεκινήσουν τον «αγώνα» της αυτό-δικαίωσης για τις προηγούμενες
επιλογές τους. Λύση χωρίς διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι
καταδικασμένη να αποτύχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου