Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Εθνική Παλιγγενεσία - 25η Μάρτιου

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ενημερώνοντας τον τσάρο για την απόφασή του να συμμετάσχει στον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά του Οθωμανού δυνάστη έγραψε:
«Οι γενναίες επιβολές των εθνών προέρχονται από το Θεό… Οι Έλληνες ξεσηκώνονται όλοι μαζί για ν’ αποτινάξουν το σκληρό ζυγό που τους πιέζει από αιώνες. Τα καθήκοντά μου προς την πατρίδα και στα τελευταία θελήματα του πατέρα μου μού επιβάλλουν επιτακτικά ν’ αφιερωθώ, μαζί με τους αδελφούς μου, στο δίκαιο αυτό αγώνα για απελευθέρωση της πατρίδος μου».
Στις πιο πάνω φράσεις του  Αλέξανδρου Υψηλάντη συνοψίζεται το σκεπτικό τού κάθε αγωνιζόμενου Έλληνα που ανέλαβε να φέρει εις πέρας ένα δύσκολο έργο. Οι Έλληνες έχοντας πίστη στο Θεό, στην οικογένεια και στο τίμιο του αγώνα τους επέλεξαν συμβολικά την 25η Μαρτίου 1821 ως την επίσημη ημερομηνία που σηματοδότησε την απαρχή της απαλλαγής από τα άχθη της κατοχής και της σκλαβιάς. Μ’ εκείνη την άγια μέρα, που σ’ αντίστοιχή της ο Αρχάγγελος Γαβριήλ μεταφέροντας τη Θεία Θέληση στην Παναγία με το «Χαίρε κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου…», επέλεξαν να συνδέσουν την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού τους αγώνα. Ο «Ευαγγελισμός του Ελληνισμού», θα λέγαμε, μετουσιώθηκε σε πράξη μ’ επιστέγασμα την ανακήρυξη του ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους το 1830 με τη συνθήκη του Λονδίνου.
Οι διεθνείς συγκυρίες και η εσωτερική κατάσταση επέτρεψαν στους Έλληνες να εκπληρώσουν τον προαιώνιο πόθο. Με το ρεύμα που δημιουργήθηκε από τους ανθρώπους του πνεύματος, την επέκταση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού μέσω της γαλλικής Επανάστασης του 1789, που βασίστηκε στο τρίπτυχο «Ελευθερία-Ισότητα-Αδελφοσύνη», τη συμπαράσταση των όπου Γης Ελλήνων και φιλελλήνων η σπίθα δεν άργησε να γίνει πύρινη λαίλαπα. Οι «Φιλικοί», ως προμηθείς, εργάζονταν σχεδόν επτά χρόνια για να καλλιεργήσουν και να εμφυσήσουν στους υπόδουλους το επάναγκες για εθνεγερσία, με αμετάθετο στόχο την εθνική Παλιγγενεσία. 
Έχοντας ως ιεράν παρακαταθήκη τα παραδείγματα των προηγουμένων, που αγωνίστηκαν μέχρις εσχάτων, για να αποτελέσουν το φωτεινό οδοδείκτη για τους επόμενους, δεν ηδύναντο να κιοτέψουν, αλλά, ούτε είχαν την πολυτέλεια να κριθούν ως ριψάσπιδες από τον ιστορικό του μέλλοντος. Ο αγέρωχος Ρήγας Φεραίος, σπουδαία μορφή της προεργασίας, μετά την παράδοσή του από τους αυστριακούς στους Τούρκους, και προτού στραγγαλιστεί στο Βελιγράδι, και τα άψυχα σώματα αυτού και των συντρόφων του καταλήξουν στο Δούναβη, φώναξε στεντορίως:
«Ούτως αποθνήσκουσι τα παλληκάρια. Ικανόν έσπειραν σπόρον. Θέλει βλαστήσει, και το γένος μου θέλει συλλέξει τον γλυκύν αυτού καρπόν!».
Όσοι προηγήθηκαν της Μεγάλης Επαναστάσεως προσέφεραν ιερήν υπηρεσία στο Έθνος.  Αποτέλεσαν το προζύμι και έθεσαν στέρεες τις βάσεις για αποβολή του συνδρόμου του ραγιαδισμού. Υπήρξαν η προμετωπίδα που έπεισε το σκλαβωμένο Γένος ότι ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, της Βασιλεύουσας Πόλεως, αναμένει την απελευθέρωση. Τα κινήματα του 16ου και 17ου αιώνα, οι κλέφτες, τα αρματολίκια, οι Γριβαίοι, ο Δράκος, ο Μαλάμος, οι επαναστατημένοι νησιώτες, ο Λάμπρος Κατσώνης ο Βελεστινλής οι διδάσκαλοι του Γένους, Αδαμάντιος Κοραής και Κοσμάς ο Αιτωλός, οι πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρίας Τσακάλωφ, Ξάνθος και Σκουφάς έσπειραν, όντως, σπόρον ικανόν.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σημειώνει  εμφαντικά στ’ «Απομνημονεύματά»  του:
«Ο κόσμος μάς έλεγε  τρελλούς. Ημείς αν δεν είμεθα τρελλοί, δεν εκάναμεν την επανάσταση, διατί ηθέλαμε συλλογισθεί πρώτον δια πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας. Ηθέλαμε λογαριάσει τη δύναμη την ιδικήν μας και την τούρκικη δύναμη».

Οι εθνικοί αγώνες έχουν ευτυχή κατάληξη όταν αυτοί που τους διεξάγουν  είναι έτοιμοι για το παν. Οι «Φιλικοί» θέλοντας να αποτυπώσουν, εν πλήρη διαστάσει, το μέγεθος της ευθύνης που έκαστος ελάμβανε, δια της συμμετοχής του, κατέγραψαν τις συνέπειες του ανομήματος της επιορκίας στην κατακλείδα του όρκου τους:
«Τέλος, ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη μολύνω την αγνότητα της Εταιρείας με  την συμμετοχήν μου». 
Σύμφωνα, λοιπόν, με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρίας, η Επανάσταση θα εκδηλωνόταν ταυτόχρονα, σχεδόν, από τη Μολδοβλαχία μέχρι την Πελοπόννησο και από τη Σερβία μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Η ιαχή “Λευτεριά ή Θάνατος” ακούστηκε σ’ όλες τις υπόδουλες ελληνικές περιοχές και το ερώτημα που διατύπωνε ο Ρήγας στο «Θούριο», «ως πότε παλληκάρια θα ζούμε στα στενά μονάχοι σαν λιοντάρια στες ράχες στα βουνά;» τύγχανε απάντησης.
Όμως, η ελληνο-σερβική συμμαχία ματαιώθηκε και η Επανάσταση που ξεκίνησε στη Μολδοβλαχία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, το Φεβρουάριο του 1821, έσβησε στους δύο πρώτους μήνες.
Στην Πελοπόννησο ο Αγώνας ευδοκίμησε, με πολλές επιτυχίες αρχικά, κι έμελλε να κρατήσει στο στρατιωτικό και διπλωματικό πεδίο, περίπου μια δεκαετία, ώσπου να υπογραφεί η πράξη γέννησης του ελληνικού κράτους. Στα ευλογημένα εδάφη της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας και στα καθαρόρευστα νερά του Αιγαίου γράφτηκαν οι ενδοξότερες σελίδες του ελληνικού έπους: Στη Γραβιά, στην Αλαμάνα, στα Δερβενάκια, στην Τριπολιτσά, στο Μεσολόγγι, στα Ψαρά μεγαλούργησαν σπουδαίες μορφές του αγώνα όπως οι: Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αθανάσιος Διάκος, Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Καραϊσκάκης,  Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Κανάρης, Μιαούλης, Μπότσαρης, Λόρδος Βύρων και μια πλειάδα γνωστών ή αφανών ηρώων.
Σ’ αυτόν τον αγώνα έλαβαν μέρος άνθρωποι του πνεύματος, έμποροι, κληρικοί και αγρότες. Είχε χαρακτήρα καθαρά εθνικοαπελευθερωτικό και ουχί ταξικό, όπως κάποιοι διατείνονται. Δεν ισχυριζόμαστε σε καμία περίπτωση ότι ήταν αψεγάδιαστος, χωρίς προστριβές και διχόνοια. Παρά ταύτα, όμως, κατάφερε να εμπνεύσει και να παρασύρει όλους όσοι ονειρεύτηκαν «μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή».
Σημειώνει ο Μακρυγιάννης:
«Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Το λοιπόν δουλέψαμε όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί, και να μην λέγη ούτε ο δυνατός “εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς “εγώ”; Όταν αγωνιστεί μόνος του να φκειάση ή να χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάσουν, τότε να λένε “εμείς”. Είμαστε εις το “εμείς” κι όχι εις το “εγώ”».

Από την αναγέννηση του Έθνους και την εθνική αποκατάσταση δεν ήταν δυνατόν να απουσιάζει η ιδιαίτερή μας πατρίδα Κύπρος. Με μπροστάρη των αγώνων τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό προσπάθησε να βοηθήσει στην εξάπλωση της Επανάστασης. Οι Κύπριοι απέδειξαν ότι δεν έμειναν ασυγκίνητοι στο εθνικό κάλεσμα. Ήδη ο πρωτομάρτυρας Ιωάννης Καρατζάς, Κύπριος στην καταγωγή, που είχε θανατωθεί μαζί με τον Ρήγα Φεραίο στο Βελιγράδι το 1798 έδειξε το δρόμο στον δοκιμαζόμενο Ελληνισμό της Κύπρου. Ο Γεώργιος Κηπιάδης αναφέρει στ’ Απομνημονεύματά του:
«Ο ανώτερος κλήρος και πολλοί προύχοντες του νησιού εμυήθησαν τα της Φιλικής Εταιρείας, υπό μελών αυτής, επί τούτο εις Κύπρον κατελθόντων. Ους ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός φοβηθείς να ξενίση εν τη Αρχιεπισκοπή, μήποτε λάβωσι περί αυτών υπονοίας, εξένισεν εν τινί δωματίω της παρακειμένης Ελληνικής σχολής».   
Αποκορύφωμα της όλης δράσης των  Κυπρίων υπήρξε η Ενάτη Ιουλίου 1821 με τον απαγχονισμό του Κυπριανού και τη σφαγή κληρικών και λαϊκών. Χαρακτηριστικοί οι στίχοι του Βασίλη Μιχαηλίδη για την έναρξη του ξεσηκωμού, στο ομώνυμο ποίημά του:
«Τζι’ αντάν εφάνην η στραπή  εις του Μοριά τα μέρη 
τζι’ εξάπλωσεν τζι’ ακούστηκεν παντού η πουμπουρκά της, 
τζι’ ούλα ξηλαμπρατζιήσασιν τζιαι θάλασσα τζιαι ξέρη 
είσιεν  σγιαν  είχαν  ούλοι  τους   τζι’  η  Τζιύπρου  τα  κακά  της.»
Και συνεχίζει:
«Η Ρωμιοσύνη έν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου 
Κανένας δεν ευρέθηκε για να την ιξηλείψη 
Κανένας γιατί σσιέπει την πού τ’ άψη ο Θεός μου. 
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή όντας ο κόσμος λείψη.»

Τα μηνύματα της εθνεγερσίας  του 1821 είναι επίκαιρα παρά ποτέ. Η αιμάσσουσα, οικονομικά, Ελλάδα έχει περιέλθει σε δεινή θέση, διεθνώς. Σε μια εποχή που τα πάντα αμφισβητούνται, οι αρχές και οι αξίες τίθενται εν αμφιβόλω, έχουμε όλοι υποχρέωση ν’ αντλήσουμε τα διδάγματα που εξέπεμψε η επαναστατημένη Ελλάδα. Έχουμε ηθικό και εθνικό  χρέος ως Έλληνες-Κύπριοι, πλείστοι εξ ημών απόφοιτοι ελλαδικών Πανεπιστημίων, να σταθούμε αρωγοί στον δοκιμαζόμενο αδελφό λαό του Μητροπολιτικού Χώρου και να συνδράμουμε ο καθείς, στο μέτρο των δυνατοτήτων του, ώστε η κοιτίδα της Δημοκρατίας να επανακάμψει σύντομα. Απευθυνόμενος τώρα στους νέους, στους μαθητές και τις μαθήτριες, μεταφέρω αυτολεξεί τα λόγια του Κολοκοτρώνη:
«Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο…· και, διά να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ενότητα, την θρησκεία, την φρόνιμον ελευθερία».
Χρόνια Πολλά!
Του Κυριάκου Κολοβού





Δεν υπάρχουν σχόλια: